Σάββατο 6 Ιουλίου 2013

Συνηθισμένα Λάθη στη Χρήση της Ελληνικής Γλώσσας

Συνηθισμένα Λάθη στη Χρήση της Ελληνικής Γλώσσας

Θεία Κοινωνία χωρίς...νηστεία;

.Μέσα στην Αγία Γραφή ακούγεται η πρόσκληση «υιέ μου δος μοι σην καρδίαν». Την καρδιά του ανθρώπου ζητά ο Θεός, για να ζει και να αναπνέει με το θέλημά Του.

Μέσα ακόμη όμως και στον χώρο των λεγομένων πιστών δεν  κυριαρχεί, δυστυχώς, το θέλημα του Θεού, αλλά το ίδιον θέλημα. Εδώ τα πράγματα γίνονται τραγικά, διότι ενώ γνωρίζουν το λόγο του Θεού, όμως τον διαμορφώνουν σύμφωνα με τα μέτρα τους.


Πνευματικοί «γέροντες» κόβουν και ράβουν όπως βολεύει στην άνεση και την ευκολία των τέκνων τους, μόνο και μόνο για να μη τους χάσουν και να ονομάζονται οι ίδιοι καλοί και άγιοι και όχι για να καθοδηγούν αυτούς που τους εμπιστεύτηκε ο Θεός προς την σωτηρία τους. Νομοθετούν δικές τους γνώμες και παραθέτουν παραδόσεις που έλαβαν χωρίς να ελέγξουν αν είναι η Παράδοση της Εκκλησίας, άσχετα αν είναι κάτι το παλαιικό. Κάθε παλαιικό δεν είναι και παράδοση του Ευαγγελίου. Το θέλημα του Θεού αντικαθίσταται με ένα «έτερον ευαγγέλιον» και γίνεται ένας σκοτεινός ανελεύθερος γεροντισμός με παραδόσεις ανίερες και εντάλματα ανθρώπων χάριν επιβολής εξουσίας πνευματικής και αιχμαλωσίας ψυχών.

Έτσι π.χ. για το θέμα της Θείας Κοινωνίας δεν επικρατεί το θέλημα του Θεού, αλλά η παράδοση των ανθρώπων. Φορτώνουν τους χριστιανούς με δυσβάστακτα βάρη και «παραδόσεις» και αυτό γίνεται έμμεσα η αιτία να απομακρύνονται από την Θεία Κοινωνία. Επιβάλλουν δηλαδή νηστείες του λαδιού και του αλάδωτου με έντονο τον καταναγκασμό και τον φόβο.

Ορίζουν χρόνους και διαστήματα προσέλευσης στο Μυστήριο, αγνοώντας το λόγο του Χριστού και την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας περί συνεχούς Θείας Κοινωνίας. Απαιτούν την νηστεία ως απαραίτητο γεγονός πριν από την μετοχή τους στο Μυστήριο, πράγμα που δεν υπάρχει πουθενά γραμμένο αλλά από την άλλην μεριά... παραδεδομένο. Όλα εστιάζονται στο τι θα φάγουν και τι θα πιουν και πότε και μέχρι ποια ώρα, και αφήνουν την κύρια καλλιέργεια της πνευματικής προετοιμασίας που συγκεκριμενοποιείται στην πρόσκληση: «μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε».

Πολλοί χριστιανοί λοιπόν απέχουν της Θείας Κοινωνίας, διότι δεν νήστεψαν παρ’ όλον που ο πόθος τους είναι ασυγκράτητος και η μετάνοια ενεργή και ζώσα…αντιθέτως πολλοί θρησκευόμενοι έρχονται και κοινωνούν επειδή νήστεψαν με ένα άγριο κυνηγητό αποχής του φαγητού, ικανοποιημένοι με το έργο τους αυτό, διότι ζει μέσα τους φαρισαϊκά ένας εσωτερικός αυτοηδονισμός του δήθεν αγίου και αξίου.

Για να προσέλθουμε λοιπόν στο Μέγα Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι, έχοντας βεβαίως πάρει και την ευλογία του πνευματικού μας πατέρα ο οποίος βλέποντας την μετάνοιά μας, αναγνωρίζοντας την διάθεσή μας να μεταμορφωθούμε σε καινούς ανθρώπους μας προτρέπει μετά φόβου πίστεως και αγάπης να προσέλθουμε στο Μέγα Μυστήριο.

Για να μην παρεξηγηθούμε λοιπόν, ο κάθε χριστιανός θα πρέπει να προετοιμάζεται ορθά για να λάβει τον ίδιο τον Κύριο μέσα του.

Όμως όσον αναφορά την αποχή από τις τροφές (νηστεία), πουθενά η Εκκλησία δεν έχει βάλει κάποιον τέτοιον κανόνα, αλλά η Εκκλησία λέγει: ο Χριστιανός θα πρέπει να νηστεύει την Τετάρτη και την Παρασκευή, την Σαρακοστή Χριστουγέννων και Πάσχα, Δεκαπενταύγουστο κ.τ.λ. Η Εκκλησία λοιπόν έχει συγκεκριμένες ημέρες μέσα στο έτος και προτρέπει τους πιστούς να νηστέψουν.

ΠΟΥΘΕΝΑ η Εκκλησία δεν έχει πει ότι είναι κανόνας να νηστέψεις για να κοινωνήσεις. Νηστεύεις όλες τις καθορισμένες νηστείες της Εκκλησίας μας; Εάν ναι τότε δεν θα έπρεπε να σε απασχολεί άλλο αυτό το θέμα.

Όμως εάν ο πνευματικός σου πατέρας κρίνει ότι για την δική σου καλύτερη προετοιμασία καλό θα ήταν να νηστέψεις π.χ. μία ημέρα, θα το κάνεις για την υπακοή στον πνευματικό σου και όχι διότι είναι κανόνας της Εκκλησίας μας.

Εάν δεν ίσχυε το παραπάνω τότε είναι παράλογο η Εκκλησία να θεσπίσει συγκεκριμένες νηστίσιμες ημέρες του έτους, αλλά θα έλεγε να νηστεύουμε 1,2,3 ημέρες πριν κοινωνήσουμε. Επίσης τα μικρά παιδιάκια θα έπρεπε να νηστεύουν και αυτά, να κάνουν αλάδωτο!!! Νηστεία λοιπόν και Θεία Κοινωνία δεν συνδέονται άμεσα, ίσως έμμεσα υπό το πρίσμα του ασκητικού φρονήματος που θα πρέπει να έχουμε όλοι.

Το παράλογο είναι ότι πολλές φορές επιμένουμε τόσο πολύ στην προετοιμασία μας πριν την Θεία Μετάληψη και όταν πλέον κοινωνήσουμε χαλαρώνουμε. Δηλαδή από την μία μεριά όταν δεν έχουμε τον Χριστό μέσα μας, απέχουμε από τροφές, εγκρατευόμαστε κ.λ.π. (και καλά κάνουμε), όμως όταν έχουμε μέσα μας τον Χριστό όταν έχουμε κοινωνήσει το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου μας το ασκητικό αυτό φρόνημα εξαφανίζεται, λες και δεν χρειάζεται πλέον μιας και ο σκοπός επιτεύχθηκε, κοινωνήσαμε!

Όμως πως είναι δυνατόν ενώ δεν έχω τον Χριστό μέσα μου να ασκούμε και όταν τον πάρω μέσα μου πλέον να γίνομαι απρόσεκτος όσον αναφορά πνευματικά θέματα; Όταν δηλαδή, πριν κοινωνήσω μου «απαγορευόταν» να κάνω κάποια πράγματα, τώρα που κοινώνησα, τώρα που έγινα και εγώ χριστός να μην μου απαγορεύονται;

Άρα διαπιστώνουμε ότι το σκεπτικό πολλών αν όχι όλων των χριστιανών είναι λάθος. Δεν σημαίνει ότι αφού κοινώνησα μπορώ χωρίς καμία αναστολή να κάνω το οτιδήποτε, αντιθέτως αφού έχω κοινωνήσει θα πρέπει ακόμα περισσότερο να είμαι προσεκτικός, σε πνευματική εγρήγορση ώστε όντως η Θεία Κοινωνία να ενεργήσει μέσα μου και να με μεταμορφώσει, να με βοηθήσει να ξεπεράσω αδυναμίες και να γίνει όντως το εφόδιο αυτό το οποίο θα με οδηγήσει στην Αιώνια Ζωή.

Αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Πέμπτη 4 Ιουλίου 2013

Μονοπάτια που διασταυρώνονται: Θρησκεία και Εκκλησία

Τρίτη, 20 Μαρτίου 2012

Θρησκεία και Εκκλησία

        Ο Χριστιανισμός δεν είναι θρησκεία αλλά Εκκλησία. Κέντρο της χριστιανικής πίστης είναι η ιστορία και όχι η φύση. Η θρησκεία είναι φυσιοκρατική και κοσμολογική. Η Εκκλησία είναι ιστοριοκρατική και εσχατολογική. Έργο της Εκκλησίας είναι η πραγμάτωση της βασιλείας του Θεού. Η ύπαρξης της είναι μιά διαρκής ιστορική ένταση ανάμεσα στις δύο Παρουσίες του Χριστού: στην Πρώτη (Ενσάρκωση-Ανάσταση) και στη Δευτέρα (Κρίση-Βασιλεία).
   
        Η Εκκλησία δεν είναι παραλλαγή της θρησκείας ούτε ανταγωνιστής της. Δεν στοχεύει στην αιώνια επανάληψη της φύσης (όπως η θρησκεία) αλλά στην εσχατολογική αναφορά της κτίσης και του κτίσματος στον Κτίστη (ευχαριστιακή αντίληψη), στην ιστορική καινοτομία απο την Πτώση στην Ανάσταση ( «καινή κτίσης» , «καινός άνθρωπος») και στην αναγωγή του «μή όντος» σε «όν».
   
   
        Η φύση «συστενάζει» και «συνωδίνει». Η Εκκλησία αναλαμβάνει εσχατολογικά τις ωδίνες και τους στεναγμούς του κόσμου. Η Θρησκεία αρκείται να επαναλαμβάνει αυτούς τους στεναγμούς κι έτσι μένει κοιλάδα των θρήνων, αντηχώντας τον ανθρώπινο πόνο χωρίς αναστάσιμη ελπίδα. Η φύση δεν είναι ο κόσμος της θρησκείας, αλλά η κτίση της Εκκλησίας. Γι'αυτό και εξαίρεται το «σκανδαλώδες» δόγμα της δημιουργίας εκ του μηδενός, σ'αντίθεση με τους κοσμογονικούς μύθους όλων των θρησκειών (πλήν του Ιουδαϊσμού φυσικά), όπου ο Θεός δεν δημιουργεί τον κόσμο, αλλά δημιουργείται μετά τον κόσμο. Στον Πλάτωνα «προβιβάζεται» σε διακοσμητή της προϋπάρχουσας κοσμικής αταξίας. Ο Μάξιμος αποκαλεί τον κόσμο «αχειροποίητη Εκκλησία», δίνοντας σ'αυτόν σαφώς εσχατολογική χροιά. 
   
        Η Εκκλησία δεν διεκδικεί τίποτε απο τη θρησκεία ούτε την ανταγωνίζεται. Γι'αυτό άλλωστε η Ορθόδοξη Ιεραποστολή ήταν πάντοτε λειτουργική, ασκητική κι εσχατολογική, και ποτέ μαχητική, στρατευμένη ή στρατιωτικοποιημένη. Οι ορθόδοξοι ιεραπόστολοι κτίζουν Εκκλησίες και μοναστήρια μέσα στην έρημο, δοξολογώντας τον Θεό, χωρίς να κάνουν προσηλυτισμό με τη φιλανθρωπία (νοσοκομεία, σχολεία) ή με τη βία (σταυροφορίες, αποικισμός). Ο εκχριστιανισμός των Σλαύων και το έργο του Κυρίλλου και Μεθοδίου, που δεν επέβαλαν την ελληνική γλώσσα, αλλά συνέτειναν στην ανάπτυξη της αυτόχθονης γλώσσας, μας δίνουν ένα παράδειγμα πως θα ήταν ο «Τρίτος Κόσμος» σήμερα, αν δεν είχε γνωρίσει το Χριστό με το σταυρό του ιησουϊτη και το ξίφος του αποικιοκράτη. 
   
        Η θεολογική ταυτότητα και η θρησκειολογική ιδιαιτερότητα της Εκκλησίας είναι εσχατολογική. Γι'αυτό κυριαρχεί το προφητικό, προδρομικό και μεσσιανικό στοιχείο. Η Εκκλησία ως άλλος Πρόδρομος όχι της Πρώτης πιά, αλλά της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού, κηρύσσει τη Μετάνοια. Αναγνωρίζει τα «σημεία των καιρών» και ως η Νύμφη του Μεσσία κάνει τη «διάκριση των πνευμάτων» κάθε ιστορικής εποχής, οδεύοντας την οδό της Βασιλείας του Θεού.
   
        Η Εκκλησία δεν είναι ο σωσίας της θρησκείας. Δεν είναι ένας άλλος τρόπος του «θρησκεύεσθαι», ανώτερος, καλύτερος ή καταλληλότερος. Η Εκκλησία είναι ένας άλλος τρόπος (ένας «καινός» τρόπος) αναθεώρησης και βίωσης της ιστορίας, στις δύο διαστάσεις της, τη μακροϊστορική και τη μικροϊστορική, δηλαδή στην πορεία της ανθρωπότητας και στην προσωπική ζωή κάθε ανθρώπου.
    
        Η Εκκλησία ως καινός τρόπος βίωσης της μακροϊστορίας σημαίνει ότι ικανώνει τον άνθρωπο να βλέπει τα κοσμοϊστορικά συμβάντα με άλλο «μάτι», να διαβάζει προφητικά την εξέλιξη της ιστορίας της ανθωπότητας και να δίνει την πρέπουσα σημασία στην ιστορική πραγματικότητα της εποχής του, μετέχοντας ενεργά σ'αυτήν και δίνοντας της κατεύθυνση εσχατολογική. Έτσι προετοιμάζει την οδό της μετάβασης απο τη βασιλεία της ανάγκης στη βασιλεία της ελευθερίας των τέκνων του Θεού.
   
        
         Απόδειξη αυτού είναι ότι ο μοντέρνος κόσμος, με την αμφιλεγόμενη αλλά αναντίρρητη πρόοδο του, βλάστησε σε έδαφος πολιτισμένο απο τα νάματα του ευαγγελίου. Οι αποτυχίες αυτού του κόσμου οφείλονται (απο αυτή την άποψη ακριβώς) στην απεμπόληση του εσχατολογικού του οίστρου. Η ασκητική παράδοση της Εκκλησίας δίνει τεράστια σημασία στη διάκριση των πνευμάτων και στην ανάγνωση των σημείων των καιρών.
   
        Η Εκκλησία ως καινός τρόπος βίωσης της μικροϊστορίας σημαίνει ότι μαθαίνει σε κάθε άνθρωπο να βλέπει τα συμβάντα της προσωπικής του ζωής διαφορετικά, να (ανα)θεωρεί τις αστοχίες (αμαρτίες) της υπαρξιακής του ιστορίας, να τέμνει ανακαινιστικά τις πιο ταπεινές λεπτομέρειες της πεζής καθημερινότητας του και να γράφει ο ίδιος την προσωπική του ιστορία ξανά απο την αρχή, χάρη στην ικανότητα του να μετανοεί, δηλαδή να αλλάζει και να καινίζει την πορεία του.
   
        Δεν υποτάσσεται τυφλά στην ανάγκη του «κατά φύσιν» και «παρά φύσιν». Αλλά στασιάζει ελεύθερα χάριν του «υπέρ φύσιν». Προσπαθεί να δεί τον Θεό μέσω του (συν)ανθρώπου του και της αγάπης προς αυτόν: «εκ του πλησίον εστί η ζωήν και ο θάνατος, εάν γαρ κερδήσωμεν τον αδελφόν, τον Θεόν κερδαίνομεν» (Γεροντικόν, (επ) Π.Β. Πάσχος, Αθήναι 1970,2).
   
        Η σχέση Εκκλησίας και θρησκείας είναι εσχατολογική και διαλεκτική. Η Εκκλησία είναι εν τω κόσμω χωρίς να είναι εκ του κόσμου. Η Εκκλησία είναι εν τη θρησκεία χωρίς να είναι εκ της θρησκείας. Η Εκκλησία έχει όση θρησκεία θέλετε (λατρεία, δόγμα, μοναχισμό, μυστικισμό, θεολογία κλπ) αλλά δεν είναι θρησκεία. Η οντολογική τους διαφορά έγκειται στην τελείως διαφορετική ιεράρχηση της εσχατολογίας απο την κοσμολογία, στην προτεραιότητα της ιστορίας έναντι της φύσης.
   
        Η εσχατολογική σχέση θρησκείας-εκκλησίας διατυπώνεται αριστουργματικά την Παύλειο διαλεκτική  «αρχαίων»-«καινόν»: «εἴ τις ἐν Χριστῷ καινὴ κτίσις· τὰ ἀρχαῖα παρῆλθεν, ἰδοὺ γέγονε καινὰ τὰ πάντα» (Β Κορ. 5,17). Η θρησκεία αντιπροσωπεύει τα «αρχαία» και η Εκκλησία τα «καινά» . Γι'αυτό και είναι πια ανίσχυρη οποιαδήποτε θρησκεία («περιτομή» και «ακροβυστία») και είναι αναγκαία η «καινή κτίσις» (Γαλ.6,15).
   
        Γι'αυτήν την καινή κτίση ο Σαύλος γίνεται Παύλος και ο πορθητής της Εκκλησίας αναδεικνύεται σε Απόστολο των Εθνών. Ο Παύλος δεν αλλάζει θρησκεία, αλλά εγκαταλείπει τη θρησκεία για χάρη της Εκκλησίας. Αυτό έκαναν πάντα οι Χριστιανοί, γι'αυτό επονομάσθηκαν «άθεοι» στην αυλή του Νέρωνα, γι'αυτό υπέστησαν διωγμούς. Δεν καθιέρωσαν μιάν ακόμα θρησκεία. Αλλά ως Εκκλησία αποτελούσαν άρνηση της θρησκείας και πρόσκληση σ'ενα καινούργιο όραμα της ιστορίας.

Φαινομενολογία της θρησκείας, Μάριος Μπέγζος

Τρίτη 2 Ιουλίου 2013

Αέναη επΑνάσταση: Να εμπιστευτείς τον εαυτό σου στον Θεό, τί σημαίνει; (Αγ.Ισαάκ ο Σύρος)

Να εμπιστευτείς τον εαυτό σου στον Θεό, τί σημαίνει; (Αγ.Ισαάκ ο Σύρος)

Αέναη επΑνάσταση ·Να εμπιστευτείς τον εαυτό σου στον Θεό, τί σημαίνει; (Αγ.Ισαάκ ο Σύρος)

Να εμπιστευτείς τον εαυτό σου στον Θεό, σημαίνει να μην κυριεύεσαι πλέον από καμιά αγωνία η φόβο, να μην βασανιστείς ξανά από κανέναν λογισμό, από καμιά σκέψη πώς δεν έχεις κανέναν για να σε φροντίσει.

Όταν ο νους εκπέσει από αυτήν την εμπιστοσύνη, ο άνθρωπος αρχίζει να πέφτει μέσω των λογισμών σε χιλιάδες πειρασμούς.

Όπως λέγει ο μακάριος ερμηνευτής (ενν. ο Θεόδωρος Μοψουεστίας) στο βιβλίο του για τον Ευαγγελιστή Ματθαίο,«όλη η μέριμνα του Σατανά είναι να πείσει τον άνθρωπο πώς ο Θεός δεν ενδιαφέρεται γι' αυτόν».

Γιατί ξέρει πώς. όσο έχουμε την ακριβή γνώση της Πρόνοιάς Του στερεωμένη μέσα μας, οι ψυχές μας θα κατοικούν στην απόλυτη ειρήνη. Κι επιπλέον θ' αποκτήσουμε την Αγάπη του Θεού και θα μεριμνάτε για καθετί πού Τον ευχαριστεί. Αυτόν τον λογισμό προσπαθεί να μας τον αποσπάσει ο σατανάς.
♥✬·٠•●.ஜ۩۞۩ஜ.●•٠·✬♥
Η παντελής ανάθεση τον ανθρώπου στη θεία πρόνοια 
και η ανταπόκριση της θείας Χάρης

Άμα ό άνθρωπος απορρίψει για τον εαυτό του κάθε αισθητή βοήθεια και κάθε ανθρώπινη ελπίδα, όπως συμβαίνει με τους ησυχαστές, και αφιερωθεί στο Θεό με εμπιστοσύνη και καθαρή καρδιά, αμέσως ακολουθεί ή θεία χάρη και του αποκαλύπτει τη δύναμη της βοηθώντας τον με πολλούς τρόπους. 

Πρώτα, πρώτα στα φανερά σωματικά προβλήματα, όπου του δείχνει εμφανώς τη δύναμη της πρόνοιας του Θεού γι’ αυτόν προσωπικά. Και καθώς βλέπει τη φανερή βοήθεια του Θεού, βεβαιώνεται και για τη μυστική βοήθεια του Θεού, όπως ταιριάζει στο ταπεινό και άκακο φρόνημα του και στη σεμνή διαγωγή του. Καταλαβαίνει δηλ. πώς τακτοποιούνται οι σωματικές του ανάγκες χωρίς κόπο, αφού δε φροντίζει καθόλου γι’ αυτές. 

Και ή θεία χάρη τον απαλλάσσει από πολλά δυσάρεστα και επικίνδυνα πολλές φορές, πράγματα, χωρίς αυτός να τα καταλαβαίνει. Όλα αυτά τα αποδιώχνει άπ’ αυτόν, ανεπαίσθητα, ή θεία χάρη, με θαυμαστό τρόπο, και τον σκεπάζει σαν την κλώσα, πού ανοίγει τα φτερά της και σκεπάζει τα κλωσσόπουλα, για να μην πάθουν κανένα κακό. Έτσι, του δείχνει (ή Θεία Χάρη), στα μυστικά μάτια της ψυχής του, πώς πλησίαζε ή απώλεια του, και φυλάχτηκε αβλαβής. Έτσι, τον γυμνάζει στα πνευματικά και του φανερώνει τις ενέδρες και τις μηχανές των κακών και ακατάληπτων λογισμών.
Αέναη επΑνάσταση ·Να εμπιστευτείς τον εαυτό σου στον Θεό, τί σημαίνει; (Αγ.Ισαάκ ο Σύρος)

Και τότε, εύκολα τους καταλαβαίνει, και παρακολουθεί πώς ό ένας διαδέχεται τον άλλο, και πώς παραπλανούν και εξαπατούν τον άνθρωπο, και σε ποιο λογισμό κολλάει ό νους, και πώς γεννιούνται ό ένας από τον άλλο, και εξολοθρεύουν την ψυχή. Και κάνει (ή Θεία Χάρη) καταγέλαστη στα πνευματικά του μάτια κάθε ενέδρα και παγίδα των δαιμόνων, και αποκαλύπτει πώς εξαφανίζονται οι κακοί λογισμοί τους, και του δίνει σοφία και σύνεση, ώστε να καταλαβαίνει Τι μέλλει να συμβεί. 

Ακόμη, ανατέλλει μέσα στην απλή καρδιά του ένα μυστικό φως, για να βλέπει τα πάντα, και τη δύναμη των λεπτών συλλογισμών, και του δείχνει φανερά Τι έμελλε να πάθει, αν δεν γνώριζε τις δαιμονικές πανουργίες. Και τότε γεννιέται μέσα του ή βεβαιότητα ότι για κάθε πράγμα, μικρό και μεγάλο, πρέπει να ζητούμε στην προσευχή μας τη βοήθεια του Δημιουργού μας.

Αγ. Ισαάκ ο Σύρος
♥✬·٠•●.ஜ۩۞۩ஜ.●•٠·✬♥