Σάββατο 5 Μαΐου 2012

Αντιστρέφοντας Ερωτήματα: Το Δικαίωμα στην Πολιτική Συμμετοχή των Ανθρώπων με Προβλήματα Ψυχικής Υγείας και των Ανθρώπων με Νοητική Αναπηρία.

από το ιστολόγιο Ανθρωποκεντρικά                                  της Πελαγίας Παπανικολάου

Αναστρέφοντας Ερωτήματα: Δικαίωμα Πολιτικής Συμμετοχής των Ατόμων με Νοητική Αναπηρία και των Ατόμων με Προβλήματα Ψυχικής Υγείας
Η ανάστροφη όψη του ερωτήματος «Ποιοι/ες δικαιούνται να εκλέγουν και να εκλέγονται» αναμφίβολα εντοπίζεται στην αρνητική εκδοχή ποιοι/ες συνταγματικά ή νομοθετικά το στερούνται, με τον εντοπισμό της να υπενθυμίζει, ότι πολλές φορές ακόμη και τα πιο αυτονόητα δικαιωματικά κεκτημένα χρίζουν επαναπροσδιορισμού και κατοχύρωσης.
Την αρνητική όψη του δικαιώματος συμμετοχής, και συγκεκριμένα τον νομοθετικό αποκλεισμό από αυτό των Ατόμων με Αναπηρία, με εστίαση στις Διακριτές Ομάδες των Πολιτών/ισών με Νοητική Αναπηρία και με Προβλήματα Ψυχικής Υγείας μελετά και αναλύει η Έκθεση, που δημοσιοποίησε ο Οργανισμός των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης περίπου προ διετίας, η οποία κατά περιεχόμενο συγκροτεί την πρώτη ερευνητική συγκριτική προσπάθεια του Οργανισμού στο πεδίο των ζητημάτων κοινωνικής συμμετοχής των Ανθρώπων με Αναπηρία.
Η ερευνητική προσέγγιση του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε. από μεθοδολογική σκοπιά κινείται σε δύο άξονες: έναν νομικό, που παρουσιάζεται εν προκειμένω, μέσω του οποίου συλλέγεται το απαιτούμενο υλικό, εν σχέση με την νομοθετική μεταχείριση του ερευνώμενο αντικειμένου, εδώ του Δικαιώματος Πολιτικής Συμμετοχής των Πολιτών/ισών με Νοητική Αναπηρία και με Προβλήματα Ψυχικής Υγείας στα 27 Κράτη Μέλη της Ένωσης. Και έναν κοινωνιολογικό, ο οποίος λειτουργεί συμπληρωματικά ως προς τον πρώτο νομικό άξονα και πραγματώνεται μέσω επιτόπιας έρευνας σε 8 Κράτη Μέλη.
Η βαθύτερη αιτιολόγηση της επιλεκτικής αναφοράς από τον Οργανισμό Θεμελιωδών Δικαιωμάτων στους/στις Πολίτες/ισες με Νοητική και Ψυχιατρική Εμπειρία εκκινεί από την παραδοχή του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και συνάμα την αναγνώριση εκ μέρους του μίας «υψηλής ευαλωτότητας» ή με άλλα λόγια υψηλού βαθμού διακρίνουσας μεταχείρισης κατά το παρελθόν των εν λόγω υπό-ομάδων  στόχου.
Σημειώνεται, ότι το δικαίωμα συμμετοχής των Ατόμων με Αναπηρία στην Πολιτική και Δημόσια Ζωή κατοχυρώνεται στο άρθρο 29 της Διεθνούς Σύμβασης του Ο.Η.Ε. για τα Δικαιώματα των Ανθρώπων με Αναπηρία, η οποία εντελώς πρόσφατα κυρώθηκε και από την χώρα μας. Στο συγκεκριμένο άρθρο προβλέπεται ότι τα συμβαλλόμενα κράτη θα πρέπει να διασφαλίζουν την πραγματική, πλήρη και ισότιμη συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία στην πολιτική και δημόσια ζωή, άμεσα ή μέσω αντιπροσώπων τους οποίους επιλέγουν ελεύθερα, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος και της δυνατότητας του εκλέγειν και εκλέγεσθαι των ατόμων με αναπηρία. Η επιλεκτική της μίας ή της άλλης εκδοχής εξαρτάται από τον πολιτιστικό παράγοντα και τις κοινωνικές περιστάσεις στις επιμέρους χώρες μελέτης (δική μας υπογράμμιση).
Πριν την ανάγνωση της εξαιρετικά ενδιαφέρουσας συγκριτικής επισκόπησης επισημαίνονται εκ μέρους μας τα εξής εν είδη πρώτης και όχι δεύτερης σκέψης:
Πρώτον, υπέρ των δύο μελετώμενων Ομάδων Ενδιαφέροντος, ήτοι των Ανθρώπων με Νοητική Αναπηρία και με Προβλήματα Ψυχικής Υγείας στην πράξη καταφάσκονται ενισχυμένοι αποκλεισμοί του δικαιώματος τους να εκπροσωπούνται και αυτό είναι κάτι, που επιβεβαιώνεται διεθνώς, εν σχέση με τις λοιπές Ομάδες Πολιτών/ισών με Αναπηρία. Η παροχή εγγυήσεων επομένως και η θωράκιση του δικαιώματος τους συμμετοχής στην πολιτική και δημόσια ζωή καθίσταται θεμελιώδης.
Δεύτερον, κάποια ερωτήματα απαντώνται χωρίς περιστροφές μέσω των νομοθετικών επιλογών.. και οι νομοθετικές επιλογές περισσότερο από την τόλμη προσαπαιτούν γνώση, ευρεία αντίληψη βούληση πραγμάτωσης της ισοτιμίας και διεκδικήσεις σε όλα τα επίπεδα από το νομικό ως το κινηματικό.
Τέλος τρίτον, η λειτουργικότητα ενός/μίας Πολίτη/ισας με Νοητική Αναπηρία ή με Προβλήματα Ψυχικής Υγείας συνιστά ένα ασφαλές – άκρως κοινωνικό κριτήριο, ως προς την αξιοποίηση του οποίου οφείλουμε να στραφούμε χωρίς δισταγμό και στην χώρα μας… Εάν βέβαια και εφόσον επιθυμούμε να πραγματοποιήσουμε βήματα προς το μέλλον… και όχι οπισθοδρόμησης.
Κατά τα λοιπά την Έκθεση του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Δικαίωμα Πολιτικής Συμμετοχής των Ατόμων Με Προβλήματα Ψυχικής Υγείας και των Ατόμων με Νοητική Αναπηρία μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Από την πλευρά μας με σκοπό την κτήση μίας σχηματοποιημένης εικόνας αναφορικά με την διάθλαση του εξεταζόμενου δικαιώματος στο Ευρωπαϊκό γίγνεσθαι σταχυοθετούμε τα εξής:
Το εύρος των νομοθετικών προσεγγίσεων της πραγμάτωσης του δικαιώματος συμμετοχής στην πολιτική ζωή των Ανθρώπων με Νοητική Αναπηρία ή με Προβλήματα Ψυχικής Υγείας εκτείνεται από τον πλήρη αποκλεισμό ως την πλήρη συμμετοχή με ενδιάμεση οπτική, αυτήν της κατά περίπτωση εξέτασης.
Η κατεύθυνση του «Πλήρους Αποκλεισμού» από την άσκηση του Δικαιώματος Συμμετοχής στην Πολιτική Ζωή συνθέτει θα μπορούσε να λεχθεί «τον κανόνα» νομοθετικής απάντησης του εδώ τιθέμενου ερωτήματος: «Στην πλειονότητα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης το δικαίωμα πολιτικής συμμετοχής συνδέεται με τη δικαιοπρακτική ικανότητα του ατόμου. Στα εν λόγω κράτη μέλη, η έννομη τάξη προβλέπει αυτόματο ή οιονεί αυτόματο αποκλεισμό. Το δικαίωμα πολιτικής συμμετοχής αφαιρείται από κάθε άτομο για το οποίο λαμβάνονται μέτρα προστασίας, π.χ. πλήρης ή μερική δικαστική συμπαράσταση, ανεξαρτήτως του πραγματικού ή/και ατομικού επιπέδου λειτουργικότητάς του και ανεξαρτήτως του αν έχει νοητική αναπηρία ή πρόβλημα ψυχικής υγείας… (…).
Παράδειγμα χώρας στην οποία ο πολιτικός αποκλεισμός απορρέει αυτόματα από τη στέρηση της δικαιοπρακτικής ικανότητας αποτελεί η Βουλγαρία. Στο άρθρο 42 παράγραφος 1 του βουλγαρικού Συντάγματος προβλέπεται ότι «Κάθε πολίτης ηλικίας άνω των 18 ετών, με εξαίρεση όσους τελούν υπό δικαστική απαγόρευση (…), εκλέγει ελεύθερα κρατικές και τοπικές αρχές και ψηφίζει σε δημοψηφίσματα».  Τα άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας και τα άτομα με νοητική αναπηρία που θεωρείται ότι αδυνατούν να επιληφθούν των υποθέσεών τους τίθενται σε δικαστική συμπαράσταση («υπό δικαστική απαγόρευση») και, επομένως, χάνουν τη δικαιοπρακτική τους ικανότητα. Με άλλα λόγια, όλα τα άτομα που βρίσκονται σε πλήρη ή μερική δικαστική συμπαράσταση στερούνται των πολιτικών δικαιωμάτων τους, ανεξαρτήτως του πραγματικού ατομικού επιπέδου λειτουργικότητάς τους.
Επιπλέον, στον νόμο περί πολιτικών κομμάτων προβλέπεται ότι πολιτικό κόμμα μπορούν να ιδρύσουν μόνον βούλγαροι πολίτες με δικαίωμα ψήφου.  Συνεπώς, ο αποκλεισμός των ατόμων που βρίσκονται υπό δικαστική συμπαράσταση από το δικαίωμα ψήφου συνεπάγεται και απαγόρευση οιασδήποτε άλλης πολιτικής δραστηριότητας.
Στο Σύνταγμα της Ουγγαρίας προβλέπεται ρητή εξαίρεση από το καθολικό δικαίωμα ψήφου (μόνον όσοι διαθέτουν πλήρη δικαιοπρακτική ικανότητα ασκούν το δικαίωμα ψήφου). Όσοι υποβάλλονται σε πλήρη ή μερική δικαστική συμπαράσταση, ακόμη και σε άσχετο τομέα (π.χ. γονικά δικαιώματα ή συναίνεση σε ιατρικές πράξεις), αποκλείονται από την πολιτική συμμετοχή.
Ανάλογες συνταγματικές διατάξεις υπάρχουν σε αρκετές χώρες, μεταξύ άλλων η Τσεχική Δημοκρατία, η Δανία, η Ελλάδα, η Εσθονία, η Λιθουανία, το Λουξεμβούργο, η Μάλτα, η Πολωνία και η Πορτογαλία.
Σε άλλες χώρες, ο αποκλεισμός ορισμένων κατηγοριών ατόμων από την εκλογική διαδικασία προκύπτει από ειδικούς νόμους. Παράδειγμα αυτής της προσέγγισης αποτελεί η ομοσπονδιακή εκλογική νομοθεσία της Γερμανίας. Άτομα για τα οποία διορίζεται δικαστικός συμπαραστάτης, όχι απλώς με προσωρινή διαταγή, στερούνται αυτομάτως το δικαίωμα ψήφου.
Παρόμοια προσέγγιση υιοθετεί και το νομικό πλαίσιο της Λιθουανίας. Βάσει της εκλογικής νομοθεσίας, σε κάθε είδους εκλογές (προεδρικές, βουλευτικές, δημοτικές ή ευρωεκλογές) απαγορεύεται η συμμετοχή ατόμων που έχουν κηρυχθεί ανίκανα με διαταγή δικαστηρίου.
Παρόμοιες διατάξεις περιέχονται στη νομοθεσία και άλλων χωρών, μεταξύ αυτών του Βελγίου, της Δανίας, της Λετονίας, της Πορτογαλίας, της Ρουμανίας, της Σλοβακίας και της Τσεχικής Δημοκρατίας.»
Η κατεύθυνση της «Περιορισμένης Πολιτικής Συμμετοχής» ακολουθείται από αρκετά κράτη μέλη της ΕΕ (Γαλλία, Δανία, Εσθονία, Ισπανία, Σλοβακία, Σλοβενία, Τσεχική Δημοκρατία, Φινλανδία, τα οποία υιοθέτησαν διάφορες πρακτικές που βρίσκονται στο ενδιάμεσο των δύο άκρων του φάσματος, σύμφωνα με τις οποίες αξιολογείται η ικανότητα του ατόμου να εκλέγει και να εκλέγεται. “Η ομαδοποίησή τους γίνεται με κριτήριο την εξατομικευμένη απόφαση, δεδομένου ότι, σε κάποιες περιπτώσεις, οι χώρες υιοθετούν είτε πολιτική αποκλεισμού σε συνδυασμό με εξατομικευμένη αξιολόγηση (π.χ. Εσθονία και Μάλτα), είτε πολιτική πλήρους συμμετοχής σε συνδυασμό με ειδική απόφαση περί της ικανότητας ψήφου (Ισπανία και Γαλλία). Επιπλέον, μεταξύ των χωρών αυτών μπορεί να γίνει άλλη μία διαφοροποίηση, δηλαδή ανάμεσα στις χώρες στις οποίες η αξιολόγηση γίνεται από γιατρό και στις χώρες στις οποίες η αξιολόγηση γίνεται από δικαστή.
Στην περίπτωση της Κύπρου, μοιάζει να μην εφαρμόζονται πλέον στην πράξη οι διαδικασίες στέρησης του δικαιώματος ψήφου που προβλέπονται από τον νόμο. Έτσι, άτομα με νοητική αναπηρία και άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας τα οποία, βάσει του νόμου, θα μπορούσαν να διαγραφούν από τους εκλογικούς καταλόγους δεν διαγράφονται. Ωστόσο, στην περίπτωση τροφίμων ψυχιατρικών ιδρυμάτων, εναπόκειται στον θεράποντα ψυχίατρο να αποφασίσει κατά πόσον ο ασθενής είναι σε θέση να ασκήσει το δικαίωμα ψήφου του. Με τη λήξη της νοσηλείας, ο ασθενής ανακτά τα πολιτικά του δικαιώματα. Επί του παρόντος συζητείται το κατά πόσον ορισμένα από τα δικαιώματα αυτά μπορούν να τα διατηρούν ασθενείς που υποβάλλονται σε ακούσια νοσηλεία.
Όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω, βάσει του Συντάγματος της Μάλτας στερούνται το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι «όσοι έχουν κηρυχθεί σε δικαστική απαγόρευση ή ανίκανοι για δικαιοπραξία λόγω ψυχικής ασθένειας από δικαστήριο της Μάλτας ή (…) όσοι έχει διαπιστωθεί άλλως στη Μάλτα ότι είναι ψυχοπαθείς». Συστήνεται ιατρικό συμβούλιο, με τη συμμετοχή ιατρών, αρμόδιο να αποφαίνεται για κάθε διαφορά σχετικά με τον αποκλεισμό ατόμων «με ψυχική ασθένεια» ή «ψυχοπαθών», όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα. Εφόσον δεν έχει αποφανθεί περί της ανικανότητας του ατόμου αρμόδιο δικαστήριο, απαιτείται απόφαση του ιατρικού συμβουλίου για την άρνηση εγγραφής του ατόμου στους εκλογικούς καταλόγους.
Στην Εσθονία επίσης  το Σύνταγμα προβλέπει τον αποκλεισμό από το δικαίωμα ψήφου όσων κηρύσσονται ανίκανοι για δικαιοπραξία. Παρά ταύτα, σύμφωνα με τον κώδικα πολιτικής δικονομίας, άτομο που κηρύσσεται από δικαστήριο μερικώς ανίκανο για δικαιοπραξία διατηρεί το δικαίωμα ψήφου.
Η Γαλλία και η Ισπανία έχουν παρόμοιο νομικό πλαίσιο. Το 2007 τροποποιήθηκε ο εκλογικός κώδικας της Γαλλίας: όταν ο δικαστής αποφασίζει για τη διατήρηση ή την ανανέωση μέτρου προστασίας, αποφασίζει και κατά πόσον διατηρεί το άτομο το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Παρομοίως, στην Ισπανία, η ρητή περιστολή του δικαιώματος ψήφου αποφασίζεται από δικαστή σύμφωνα με τον νόμο περί γενικού εκλογικού συστήματος.
Οι εξελίξεις στην Τσεχική Δημοκρατία φαίνεται να κινούνται προς παρόμοια κατεύθυνση. Παρότι κατ’ αρχήν το δικαίωμα ψήφου συνδέεται στενά με τη δικαιοπρακτική ικανότητα του ατόμου,  στην πράξη οι ανίκανοι δεν απολαμβάνουν ούτε το ενεργητικό ούτε το παθητικό δικαίωμα ψήφου. Το 2009, το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφάσισε ότι μόνον σε περίπτωση πλήρους ανικανότητας για δικαιοπραξία θα πρέπει να στερείται το άτομο του δικαιώματος ψήφου. Σε περίπτωση απλού περιορισμού της δικαιοπρακτικής ικανότητας, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όλα τα περιστατικά της υπόθεσης για να οριστεί κατά πόσον το άτομο απολαμβάνει το δικαίωμα ψήφου και τα λοιπά πολιτικά δικαιώματα. Στη συγκεκριμένη υπόθεση, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι η ελαφρά «νοητική καθυστέρηση» (για να χρησιμοποιήσουμε τους όρους του Δικαστηρίου) δεν πρέπει να επιφέρει απώλεια του δικαιώματος ψήφου της προσφεύγουσας. Σε απόφαση του 2010, το Συνταγματικό Δικαστήριο δηλώνει ότι, ακόμη και σε διαδικασία για την κήρυξη της ανικανότητας προσώπου, το δικαστήριο πρέπει να κάνει ίδια εκτίμηση προκειμένου να αποφασίσει κατά πόσον το άτομο που επιδιώκεται να κηρυχθεί ανίκανο για δικαιοπραξία μπορεί στην πράξη να συμμετέχει στην εκλογική διαδικασία.
Σε μια τέτοια περίπτωση, το άτομο χάνει μερικώς και όχι πλήρως τη δικαιοπρακτική του ικανότητα.
Η κατάσταση στη Σλοβενία είναι κάπως ιδιάζουσα. Βάσει της εθνικής νομοθεσίας στο παρελθόν απαγορευόταν η συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία όσων είχαν κηρυχθεί ανίκανοι για δικαιοπραξία, ωστόσο το 2003 οι σχετικές διατάξεις κρίθηκαν αντισυνταγματικές από το σλοβενικό Συνταγματικό Δικαστήριο. Σύμφωνα με το Δικαστήριο, η ικανότητα ψήφου δεν πρέπει να εξισούται με τη δικαιοπρακτική ικανότητα. Το Κοινοβούλιο προέβη σε τροποποίηση της νομοθεσίας το 2006. Σύμφωνα με τον τροποποιημένο νόμο, προκειμένου το δικαστήριο να επιβάλλει περιορισμό του δικαιώματος ψήφου, χρειάζεται 1) να αποφασίσει την παράταση των γονικών δικαιωμάτων, μιας ιδιάζουσας μορφής επιτροπείας στη Σλοβενία, και 2) να επιβεβαιώσει ότι το άτομο δεν είναι σε θέση να κατανοήσει το νόημα, τον σκοπό και το αποτέλεσμα των εκλογών. Ωστόσο, στην περίπτωση τροφίμων ψυχιατρικών ιδρυμάτων, εναπόκειται στον θεράποντα ψυχίατρο να αποφασίσει κατά πόσον ο ασθενής είναι σε θέση να ασκήσει το δικαίωμα ψήφου του. Με τη λήξη της νοσηλείας, ο ασθενής ανακτά τα πολιτικά του δικαιώματα. Επί του παρόντος συζητείται το κατά πόσον ορισμένα από τα δικαιώματα αυτά μπορούν να τα διατηρούν ασθενείς που υποβάλλονται σε ακούσια νοσηλεία.”
Η Τρίτη, πιο ριζοσπαστική κατεύθυνση της «Πλήρους Απόλαυσης» του Δικαιώματος Συμμετοχής στην Πολιτική Ζωή απαντάται σε μια μειονότητα χωρών όπου κατακυρώνεται πλήρης άρση των περιορισμών του. Με τον τρόπο αυτό, οι συγκεκριμένες χώρες επέλεξαν να παραχωρήσουν πλήρες δικαίωμα συμμετοχής στην εκλογική διαδικασία στα άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας και στα άτομα με νοητική αναπηρία
“Σε αρκετές χώρες, το δικαίωμα πλήρους συμμετοχής κατοχυρώνεται στο εθνικό σύνταγμα. Οι χώρες αυτές είναι: Αυστρία, Ισπανία, Κάτω Χώρες, Σουηδία, Φινλανδία.
Στην Αυστρία τα άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας και τα άτομα με νοητική αναπηρία απολαμβάνουν το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι όπως οποιοσδήποτε άλλος πολίτης. Σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 5 του αυστριακού Συντάγματος, στέρηση του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι γίνεται μόνο σε περίπτωση ποινικής καταδίκης, η οποία προσδιορίζεται περαιτέρω στο τμήμα 22 του νόμου περί βουλευτικών εκλογών.
Οι Κάτω Χώρες εφαρμόζουν, επίσης, πολιτική μη αποκλεισμού. Το Σύνταγμα του 1983 προέβλεπε ότι άτομα που τίθενται σε επιτροπεία λόγω προβλημάτων ψυχικής υγείας ή νοητικής αναπηρίας δεν ασκούν το δικαίωμα ψήφου (άρθρο 54 παράγραφος 2 του Συντάγματος). Το 2003, το τμήμα διοικητικής δικαιοδοσίας του Συμβουλίου της Επικρατείας αποφάσισε ότι η εν λόγω διάταξη γενικού αποκλεισμού παραβιάζει το διεθνές σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα. Κατόπιν της απόφασης αυτής και σύστασης του εκλογικού συμβουλίου, το 2008 έγινε αναθεώρηση του Συντάγματος και καταργήθηκε η διάταξη. Μετά τη συνταγματική αναθεώρηση, τα άτομα με προβλήματα ψυχικής υγείας και τα άτομα με νοητική αναπηρία απολαμβάνουν πλέον το δικαίωμα ψήφου. Το νέο σύνταγμα ισχύει από τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 4ης Ιουνίου 2009.
Στην Ιταλία, η εκλογική νομοθεσία προέβλεπε στέρηση του δικαιώματος ψήφου των τροφίμων ψυχιατρείων και των ατόμων με περιορισμένη δικαιοπρακτική ικανότητα.  Ωστόσο, οι διατάξεις αυτές καταργήθηκαν με τον λεγόμενο νόμο Basaglia  και δεν υπάρχει πλέον περιορισμός του δικαιώματος ψήφου των ατόμων με νοητική αναπηρία και των ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, με τον νόμο περί αρμόδιων για τις εκλογές διοικητικών φορέων του 2006 καταργήθηκε ο κανόνας του common law που προέβλεπε ανικανότητα άσκησης του δικαιώματος ψήφου λόγω προβλημάτων ψυχικής υγείας.”
Καταληκτικά είναι σημαντικό να τονιστεί, ότι η παρούσα Έκθεση καταγράφει ουσιαστικά το πρώτο βήμα για την αναγνώριση ή μη του Δικαιώματος Πολιτικής Συμμετοχής των Πολιτών/ισών με Νοητική Αναπηρία ή με Προβλήματα Ψυχικής Υγείας σε επίπεδο Κρατών Μελών της Ε.Ε. και ότι τα μεθύστερα βήματα, που πρέπει να πραγματωθούν, όπως λ.χ. η λήψη μέτρων εύλογων προσαρμογών μετουσιώνουν  εκτός των άλλων την εφαρμοστικότητα του.
Αναφορές:
Έκθεση του Οργανισμού των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το Δικαίωμα Πολιτικής Συμμετοχής των  Ατόμων με Προβλήματα Ψυχικής Υγείας και των Ατόμων με Νοητική Αναπηρία (Οκτώβριος 2010).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.